Αναγνώστες

2/2/08

Γλωσσάρι




Γλωσσάρι
Το έγραψε ο Δημήτρης Κούκουνας




Οι ιδιωματικές λέξεις του χωριού και γενικότερα της ορεινής Ναυπακτίας, επειδή σιγά- σιγά ξεχνιούνται και εξαφανίζονται, καταγράφονται παρακάτω. Είναι τουλάχιστον όσες θυμάμαι, για να μην εξαφανιστούν παντελώς με το πέρασμα του χρόνου. Το πλέον χαρακτηριστικό γνώρισμα της γλωσσικής προφοράς των κατοίκων είναι να πετσοκόβουν τις λέξει.ς και να εκφράζονται. μονολεκτικά π.χ. (δ’νό αντί δουνό), και να μεταβάλλουν μορφή των φωνηέντων (π.χ. το ω σε ου).
Α
Αγγωνή=η γωνία
αγγιό =το αγγείο
αγκωνάρ(ι) =ο γωνιακός λίθος
αγρίδ =το άγουρο φρούτο
αϊκώ= ακούω
αλάργα=μακριά
αλατίστρεις=αλαταριές =πέτρινες πλάκες όπου έβαζαν το αλάτι για να το φάνε τα γιδοπρόβατα
αλκοτάω = εμποδίζω
αλπουτνάζω τινάζομαι σαν αλεπού
αλυχτάω = γιαυγίζω
άμπλας =μεγάλη πηγή
αναβατίζω φουσκώνω η προετοιμασία της ζύμης για να φουσκώσει)
απ ’κάζω=από το αρχαίο πυκάζω, καταλαβαίνω, ξαγρυπνώ
απ’θώνω = απιθώνω - ακουμπώ
απ’θώστρες πέτρινα καθίσματα
απόπατος το αποχωρητήριο
απ’στομάω= γέρνω
αραδαριά = η σειρά
αρβάλι=το χερούλι. της χάλκινης κατσααρόλας
αρίδατο χειροκίνητο τρυπάνι
αστρέχα =ο χώρος μεταξύ σκεπής και τοίχου
ασφάκα = είδος θάμνου
απόπατος το αποχωρητήριο
απ’στομάω γέρνω
αραδαριά = η σειρά
αρβάλι το χερούλι. της χάλκινης κατσαρόλας
αρίδα = το χειροκίνητο τρυπάνια
στρέχα = ο χώρος μεταξύ σκεπής και τοίχου
ασφάκα = είδος θάμνου
αγαρλάω = ανακατώνω
Β
βάβα η γιαγιά
βαΐζω = γέρνω
βαρέλι=βαρελούλα ξύλινο δοχείο νερού
βαρκεστάω = κουράζομαι
βαρ’κός = ο βαλτώδης τόπος-χωράφι
βελέντζα=μάλλινο κλινοσκέπασμα
βιλέγκο τρεχάλα
βιτούλι =το χρονιάρικο κατσίκι
βλόιρος =η ξύλινη σφραγίδα για τις λειτουργίες - τα πρόσφορα
βοδώνω=προλαβαίνω, προφτάνω
β'ζί = ο μαστός, το βυζί
β’νό = Το βουνό
βουστίνα = Το ξυνοτύρι
β'ρός = Το βαθύ μέρος του ποταμού
βρίζα ή σίκαλη
Γ
γαλάρια =τα γιδοπρόδατα που έχουν γάλα
γάστρα =μεταλλικό σκεύος που σκεπάζουν, το ψωμί η το φαγη­τό
γκεσέμι =ο μπροστάρης του κοπαδιού, το κριάρι ή ο τράγος που είναι αρχηγός
γκαϊδός =ο αλλήθωρος
γκρίζια = καυσόξυλα από έλατο ή κέδρο
γλίνα =το χοιρινό λίπος
γιούκος ή γίκος = τα κλινοσκεπάσματα (προίκα) της νύφης διπλωμένα στο μπαούλο
γούπατο ή γούβα = τόπος χαμηλός, κοιλότης
γουρμάζω = ωριμάζω
γουρμπούλι = ο σβόλος
γούρνα = δεξαμενή
γράνα = το βαθύ αυλάκι
γρατίζω = αγανακτώ
γρέκια = υπαίθριος τόπος παραμονής των ζώων
γιούρτια = κήποι
Δ
δαγάς = το αυλάκι
δέμα ο μαντρότοιχος
δ’καμ’ = δικά μου
δικριάνι= το ξύλινο σκεύος για το λίκνισμα του σιταριού
διρπάν = Το δρεπάνι
δόγα = σανίδα για τα βαρέλια και τις βαρέλες
δ΄λεβ'ς = δουλεύεις
δρασκελιά = ο δηματισμός
δρολάπι = η καταιγίδα
Ε
ειδίσματα αντικείμενα
εένεσ’ η ένεση
ετ’ μους έτοιμος
εξόν = εκτός
ετσ' έτσι
Ζ
ζαγάδα η πεζούλα χωράφι
ζαγγανάς = ο καμπίσιος ο αρρωοτιάρης
ζακόνι = η συνήθεια, το έθιμο, ο νόμος
ζαγάρ' το κυνηγόσκυλο
ζαλίμ’ = το κακό παιδί
ζαπ = η νίκη
ζαπώνω = πιάνω
ζεύλα = εξάρτημα του ζυγού όπου βάζουν το λαιμό του ζώου
ζεύω = ενώνω τα ζώα στο αλέτρι
ζ'λαπ=το ζουλάπι, το αγρίμι
ζ‘μάρ’ = το ζυμάρι
ζ' μί=to ζουμί
ζιρβός= αρωτερόχειρας
ζούμπερα=τα άγρια ζώα
ζουμτερεκι=ο σύρτης
ζουρλαίνω=τρελαίνω
ζυγούρι το χρονιάρικο αρνί
ζωνακιάζω= στριμώχνω σε αδιέξοδο
ζ’ νάρ= το ζωνάρι
ζωντόβολο=το κατοικίδιο ζώο ο ανόητος άνθρωπος
ζωριό=το μέρος που βγαίνει το νερό στο νερόμυλο
Θ
Θανάϊς = Αθανάσιος
θερμ’ = οπυρετός
θημουνιά=ο σωρός
θερμάνομαι = εχω πυρετό
Θοδουρους ο Θεόδωρος
Ι
Ίγκλα= το δέσιμο των ποδιών των ζώων για να μην τρέχουν
Ιξόν=εκτός
ιπουχή = η εποχή
ιφκή = η ευχή
ιχθές = χθες
ιψές = χθες το δράδυ
Κ
κάδη = μεγάλος κάδος ειδικός για μούστο
καζιάκα = ξύλινη κατασκευή για την μεταφορά λίθων
καζάντιο = το κέρδος
κακάβι=κατσαρόλα κατσαρόλα
κακαράντtα τα κόπρανα της γίδας
κακαρώνω = ξεψυχώ τα χάνω
καλαμωτή = είδος παγίδας για τα ψάρι
ακαλιάζω = συναντώ
κάμα = η ζέστη, η φλόγα
καπ’στράνα = το καπίστρι το χαλινάρι
καρατζίνα = η κόπρος της προβατίνας
κάρμαλίζω = ροδοκοκκινίζω ψωμί στα κάρβουνα
καρλαφτιάζω = κατεβάζω τα μούτρα
κατσαμάκι = βρασμένο καλαμποκάλευρο με
κρεμμύδι
κατσιασμένο=ασθενικό αδύνατο
καστραβέτσι =τo αγγούρι
καψάλι = ξυλαράκι που δένουν στο στόμα του κατσικιού για να
μη βυζαίνει= το γάλα
κάψψη = ή κάψα = η ζέστη
κεράνη =το μεταξύ της στέγης και της οροφής μέρος του σπιτιού
κιράσ’ = το κεράσι
κηκίδι το μικρό καλαμπόκι
κλειδοπίνακο = ξύλινο σκεύος όμοιο με το σημερινό «τάπερ»
κλαπάτσα = ασθένεια των προβάτων
κλαρώνω = τρώω κλαρί
κλούφ’ =η θήκη
κ’μασ’ =το κουμάσι το σπίτι του γουρονιού
κολοφωτιά = η πυγολαμπίδα
κόκοτος = ο κόκορας
κονάκι = το σπίτι
κόσα = η τρεχάλα
κοτάω = τολμώ
κοτρίδια οι αγγουρίδες των σταφυλιών
κότσιαλο = μικρό ξυλαράκι
Κοτσάμ’ =τόσο μεγάλο
κουμπουρέλι = οι καρποί του πλάτανου
κουντούρ’ = λαδή του αρότρου
κνάβ' = το κουνάδι
κουράστρα =το πρωτόγαλα της γίδας ή της προβατίνας ψητό ή τηγανητό








ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

















25/1/08

Δύο αξεχαστοι Στρανωμίτες














Καθηστοί μπροστά διακρίνουμε τους δύο καλοσυνάτους χωριανούς: Το γέρο Κοζώνη(Βασίλειο Μπούρμπουλα) και τον μπάρμπα Μήτρο τον "μυλωθρό"



Φωτογραφία του Νίκου Κ.Δημόπουλου το 1962





Στη Στράνωμα, ζούσαν πριν πολλά Χρόνια δυο γέροι καλοσυνά­τοι και ευγενικοί,
που ο καθένας δίδασκε με το παράδειγμά του κι έκα­ναν την ανθρωπιά πράξη, γι’ αυτό τους θυμούνται ακόμα και σήμερα οι νεό­τεροι.
Ήταν ο γερο Κοζώνης και ο μπάρμπα-Μήτρος ο μυλωθρός, ο Τσάμο-Μή­τρος, όπως τον αποκαλού­σαν τότε οι κάτοικοι του χωριού. Σήμερα είναι και οι δυο μακαρίτες, αλλά όλοι όσοι τους έζησαν τους θυμούνται με αγάπη και μεγάλη ευλάβεια, γιατί πρόσφεραν στο χωριό, χωρίς να πειράξουν μυρμήγκι.
Ήταν πρώτα ξαδέρφια και ζούσαν στο ίδιο σπίτι, αχώριστοι μέ­χρι την τελευταία στιγμή της ζωής τους, γιατί πέθαναν και οι δύο μαζί, τη μια μέρα ο μπάρμπα-Μήτρος και την άλλη ο μπάρμπα-Βασίλης.

Ο γερο-Κοζώνης (1878-1968)
Το πραγματικό του όνομα ήταν Βασίλης Μπούρμπουλας και το Κοζώνης παρατσούκλι.
πρέπει να γεννήθηκε το 1878.
Καταγόταν από μεγάλη οικογένεια, την οικογένεια των Καηλέων. (0 Καηλής
λέγεται ότι ήταν οπλαρχηγός της επανάστασης του 1821 και τα ερείπια του σπιτιού του υπάρχουν στην τοποθεσία Παναγία). Κυνη­γημένη από τους Τούρκους η οικογένειά του απομακρύνθηκε από το χωριό και εγκαταστάθηκε στην τοποθεσία Κοτρώνια.
Εκεί η μη­τέρα του τον γέννησε κάτω από ένα δένδρο, έξω στη φύση, φυλά­γοντας τα γίδια, τον έβαλε στην ποδιά της και τον έφερε στο κα­λύβι της. Μεγάλωσε φτωχικά μαζί με τον αδερφό του Γιώργο.

Οι Βασίλειος και Δημήτριος Μπούρμπουλας ήταν Παππούδες του Βασίλη Ι. Μπούρμπουλα, συγγραφέα του βιβλίου «Στρανωμίτικα»

Η μάχη στη Στράνωμα 14/9/1823

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΑΝΟΥ

O Σκύνδρας απ’ την Αράχοβα πήρε το δρόμο Τρία Πηγάδια - Σταυρός, το σύρραχο Οξυάς, πέρασε από το Νιοχώρι και τον Άγιο Δημήτριο, τα βρήκε άδεια από κατοίκους, τα έκαψε και τα ερήμωσε απ’ το θυμό του, προχώρησε νοτιότερα και χώρισε το φουσάτο του σε δύο ασκέρια.
Το ένα απ’ τον Άγιο Δημήτριο και ακολουθώντας την δυτική πλευρά του Φίδαρη με οδηγό τον Καραγιάννη ή Καλαθά απ’τον Άγιο Δημήτρη, έφτασε και στρατοπέδευσε στην Πίνα και γύρω απ’ το Σφακοβούνι περιμένοντας και το άλλο.
Το υπόλοιπο ασκέρι ακολούθησε παράλληλη πορεία και την ίδια ημέρα έφτασε στον Πλάτανο. Λίγο πιο έξω τους περίμεναν οι ‘Ελληνες, με αρχηγούς τον Σαφάκα, Φαρμάκη και Μακρυγιάννη έδωσαν μάχη σκληρή όπουσκοτώθηκαν δέκα Τούρκοι και πολλοί τραυματίστηκαν, από τους ‘Ελληνες δεν έπαθε κανείς τίποτα. Διακρίθηκαν για την ανδρεία τους ο Δ.Μάστορας από τη Βοϊτσά Ελατόβρυση Γ.Πρέντζας, Κ. Σαλούρος από το Τρίκορφο.
Μετά την μάχη του Πλατάνου, ο Σαφάκας και Φαρμάκης διατάχθηκαν να μεταβούν τάχιστα στη Ναύπακτο, την δε παρενόχληση του τουρκικού ασκεριού ανέλαβαν οι ντόπιοι οπλαρχηγοί Μακρυγιάννης, Πιλάλας, Εύδης.




Η ΜΑΧΗ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗ ΔΟΡΒΙΤΣΑ


Απ’ τον Πλάτανο, το ασκέρι του Σκόνδρα έφτασε έξω απ’ τη Δορβιτσά. Περνώντας την πέτρινη γέφυρα του παραπόταμου Κότσαλου (ή ποταμάκι), τα ελληνικά ένοπλα τμήματα με αρχηγούς τον Πιλάλα, Μακρυγιάννη και Ξύδη, τους στρατοκαρτέρησαν λίγο πιο πάνω από τη γέφυρα, στις 14/9/ 1823.
Χωρίς ιδιαίτερες απώλειες και καθυστέρηση το τούρκικο ασκέρι προχώρησε και αργά το απόγευμα της ίδιας μέρας έφτασε και στρατοπέδευσε για διανυκτέρευση στη Στράνωμα.


Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΣΤΡΑΝΩΜΑΣ


Κατά το σούρουπο της 14/9/1823, «α ελληνικά τμήματα πέρασαν την Μελέζα και με συνεννόησημε το Στρανωμίτικο σώμα, με τους Β. Κατσανάκη, Ζήσιμο Κακανάτσα, Παπαθώδη και άλλους και κατά την ώρα που το τούρκικο ασκέρι, κουρασμένο κι αποκαμωμένο έψαχνε για κατάλληλο χώρο να περάσει την νύχτα του τους επετέθη.
Ήταν τέτοιος ο αιφνιδιασμός των Ελλήνων που ακόμη και σήμερα, στα Παλιάμπελα στον ‘Αη-Θανάση και πριν το Σταυρό λίγο νοτιότερα, φαίνονται ομαδικά μνήματα.

*Φουσάτο - στρατός
*Ασκέρια - σώματα στρατού
Πίνα - Παραποτάμιος επίπεδος καμπίσκος, απέναντι από τον κάτω κάμπο Στράνωμας. Ανήκει στις Κοινότητες Ανάληψη, Δερβέκιστα, Αβαρίκου, Πλατυπόρου